ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ: «ΜΑΧΟΥ ΥΠΕΡ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ»
Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από το να ξεχνάς την ιστορία σου. Να μην έχεις μνήμη. Και εμείς στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες έχουμε το σύμπτωμα της λήθης…
Μεγάλες προσωπικότητες που έδωσαν τα πάντα, το αίμα τους, το βιος τους, για να απελευθερωθεί τούτος ο άγιος τόπος, έχουν πλέον ξεχαστεί από τον νεοέλληνα. Λαός που ξεχνά την ιστορία του, είναι καταδικασμένος να ζήσει ξανά στιγμές σκλαβιάς και υποδούλωσης, όπως σήμερα, όπου τα όπλα αντικαταστάθηκαν από πνευματική και οικονομική υποδούλωση.
Αλήθεια, πόσοι θυμούνται τον μεγάλο Ελληνα Αλέξανδρο Υψηλάντη; Πόσοι τιμούν με εκδηλώσεις αυτή την μεγάλη προσωπικότητα του Ελληνισμού;
Ήταν ο άνθρωπος που η τελευταία του επιθυμία ήταν η καρδιά του να απομακρυνθεί από το σώμα του και να σταλεί στην Ελλάδα. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης υπήρξε εθνικός ήρωας της Ελλάδας, αλλά και ήρωας του πατριωτικού πολέμου του 1812 της Ρωσίας. Η συμβολή του στην υπόθεση της απελευθέρωσης της Ελλάδας ήταν τεράστια. Απόγονος της ξακουστής οικογένειας των Υψηλάντηδων είχε θέσει σκοπό της ζωής του την απελευθέρωση του ελληνικού έθνους.
O Αλέξανδρος Υψηλάντης, αρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1792 και ήταν γιος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη, και της Ελισάβετ το γένος Βακαρέσκου, μίας από τις μεγαλύτερες οικογένειες της Ρουμανίας.
Το 1810 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κατατάχτηκε με το βαθμό του ανθυπίλαρχου στο σώμα των εφίππων σωματοφυλάκων του Τσάρου Αλέξανδρου Α΄της Ρωσίας. Διακρίθηκε στους πολέμους κατά του Ναπολέοντα όπου στη μάχη της Δρέσδης, (27 Αυγούστου 1813), έχασε το δεξί του χέρι. Το 1814-1815 συμμετείχε ως μέλος της ρωσικής αντιπροσωπείας στο Συνέδριο της Βιέννης με τον βαθμό του υποστράτηγου.
Οι δημιουργοί της Φιλικής Εταιρίας και οι πρώτοι μυημένοι θεωρούσαν τον Υψηλάντη ως σημαντική προσωπικότητα για την επιτυχία της μυστικής οργάνωσης, η οποία είχε στόχο την απελευθέρωση του υπόδουλου ελληνικού στοιχείου.
Με την ανάληψη της αρχηγίας της Φιλικής Εταιρείας ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, περνάει τον ποταμό Προύθο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και υψώνει τη σημαία της Επανάστασης, στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας, στις 24 Φεβρουαρίου εκδίδοντας την προκήρυξη της Επανάστασης με τον τίτλο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος».
Τον Μάιο του 1820 συντάχτηκε το «Σχέδιον Γενικόν» που αναφερόταν στον τρόπο διεξαγωγής της επανάστασης. Σύμφωνα με αυτό ο αγώνας έπρεπε να εκδηλωθεί από την Πελοπόννησο και είχε μάλιστα αποφασιστεί να κατέβει και ο Υψηλάντης εκεί. Κι ενώ είχαν αρχίσει οι προετοιμασίες, ο Υψηλάντης άλλαξε γνώμη και κήρυξε την επανάσταση από το Ιάσιο και το Βουκουρέστι, με ταυτόχρονη κινητοποίηση στην Κωνσταντινούπολη και στην κυρίως Ελλάδα. Ο αδελφός του Δημήτριος ανέλαβε να τον αντιπροσωπεύσει στην Πελοπόννησο φέρνοντας μαζί του το υπέρογκο για την εποχή εκείνη ποσό των 300.000 γροσίων. Αργότερα θα εκδηλωνόταν η αντίδραση των προκρίτων εναντίον του.
Στις 21-24 Φεβρουαρίου 1821 με τους αδελφούς του Νικόλαο και Γεώργιο, πέρασε τον Προύθο και μπήκε θριαμβευτικά στο Ιάσιο. Εκεί συγκέντρωσε τους πρώτους στρατιώτες του που ήταν κυρίως εθελοντές και αριθμούσαν περίπου τους 2000. Στις 10 Μαρτίου σχηματίστηκε στο Φωξάνι ο περίφημος «Ιερός Λόχος» από ενθουσιώδεις αλλά απειροπόλεμους εθελοντές σπουδαστές των ελληνικών παροικιών της Μολδαβίας, της Βλαχίας και της Οδησσού. Την 25η Μαρτίου έφτασαν στο Βουκουρέστι.
Η ορκωμοσία των ιερολοχιτών έγινε με τις φράσεις:
“Ορκίζομαι να χύσω και αυτήν την υστέραν ρανίδα του αίματός μου υπέρ της θρησκείας και της πατρίδος μου. Να φονεύσω και αυτόν τον ίδιον τον αδελφόν αν τον εύρω προδότην της πατρίδος… Να μην παραιτήσω τα όπλα προτού να ίδω ελευθέραν την πατρίδα μου και εξολοθρευμένους τους εχθρούς της…”.
Από τη Διακήρυξη του Υψηλάντη
«Η ώρα ήλθεν, ω Άνδρες Έλληνες! Πρό πολλού οι λαοί της Ευρώπης, πολεμούντες υπέρ των ιδίων Δικαιωμάτων και ελευθερίας αυτών, μας επροσκάλουν εις μίμησιν, αυτοί, καίτοι οπωσούν ελεύθεροι, επροσπάθησαν όλαις δυνάμεσι να αυξήσωσι την ελευθερίαν, και δι’ αυτής πάσαν αυτών την Ευδαιμονίαν. Οι αδελφοί μας και φίλοι είναι πανταχού έτοιμοι, οι Σέρβοι, οι Σουλιώται, και όλη η Ηπειρος, οπλοφορούντες μας περιμένωσιν ας ενωθώμεν λοιπόν με Ενθουσιασμόν! η Πατρίς μάς προσκαλεί!…»
Η οριστική μάχη δόθηκε στο Δραγατσάνι από τις 7 μέχρι τις 19 Ιουνίου του 1821 όπου μέσα σε μία γενική σύγχυση και σωρεία σφαλμάτων της ελληνικής πλευράς, κρίθηκε η επανάσταση στη Μολδοβλαχία. Ενώ ο Αλέξανδρος Υψηλάντης συσκεπτόταν με τον αρματολό Γεωργάκη Ολύμπιο στο στρατηγείο του που είχε στήσει σε ένα χωριό που απείχε τρεις ώρες από το Δραγατσάνι, ο χιλίαρχος και αρχηγός του ιππικού Βασίλειος Καραβίας επιτέθηκε αυτόβουλα και πρόωρα εναντίον των Οθωμανών, παρά τις αντίθετες διαταγές για καμία ελληνική κίνηση πριν τις 8 Ιουνίου. Η επίθεση απέτυχε και τότε έσπευσε εκτάκτως για ενίσχυση ο επικεφαλής του Ιερού Λόχου Νικόλαος Υψηλάντης, αλλά η λιποταξία τμήματος του Καραβία μαζί με τον ίδιο τον Καραβία προς τα ορεινά, ανάγκασε τους Ιερολοχίτες να πολεμούν μόνοι τους δίχως τη συντονισμένη υποστήριξη του ιππικού. Οι Ιερολοχίτες προσέφεραν το νεανικό τους αίμα στο βωμό της πατρίδας και έγιναν τα σύμβολα της αδάμαστης ελληνικής θυσίας, την οποία ύμνησε ο σπουδαίος ποιητής Ανδρέας Κάλβος σε μια ωδή αφιερωμένη σε αυτούς.
Ο Ιερός Λόχος, αρνούμενος το κάλεσμα να παραδοθεί, απώλεσε το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών του, αφού περισσότεροι από 200 στρατιώτες και αξιωματικοί έπεσαν νεκροί στο πεδίο της μάχης ενώ 37 αιχμαλωτίστηκαν και αποκεφαλίστηκαν αργότερα στην Κωνσταντινούπολη. Στην κρίσιμη στιγμή κατέφθασε ο Γεωργάκης Ολύμπιος, ο οποίος διέσωσε τους υπόλοιπους (136 συνολικά), μεταξύ των οποίων τον Νικόλαο Υψηλάντη και τον Αθανάσιο Τσακάλωφ.
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, αναγκάστηκε να περάσει τα σύνορα της Αυστρίας, ενώ ο οπλαρχηγός Ολύμπιος κάλυπτε τη φυγή του. Όταν επέστρεψε στο Ρίμνικο εξέδωσε την τελευταία του διαταγή γεμάτη από πικρία και κατάρες για τους λιπόψυχους χριστιανούς που συνεργάστηκαν με τους Τούρκους στιγματίζοντας την προδοσία του στρατιωτικού του επιτελείου. Καθώς προσπαθούσε να περάσει τα Καρπάθια με το όνομα Δημήτριος Παλαιογενείδης, προδόθηκε και κλείστηκε από τους Αυστριακούς στο φρούριο του Μούνκατς (Munkatsch) μαζί με τους αδελφούς του και τους στενούς του συνεργάτες για πάνω από έξι χρόνια. Έπειτα από μία σοβαρή επιδείνωση της υγείας του μεταφέρθηκε στο Τερέζιενστατ (Theresienstadt) της Βοημίας όπου έμεινε. Με ενέργειες του τσάρου Νικόλαου Α’ αποφυλακίστηκε το 1827, όμως η κατάσταση της υγείας του είχε κλονισθεί τόσο πολύ ώστε να πεθάνει δυο μήνες μετά.
Αυτός ήταν ο Α. Υψηλάντης, πατριώτης, αγέρωχος μέχρι να αφήσει την τελευταία του πνοή. Το συμπέρασμα που βγαίνει και θα πρέπει όλοι μας να ακολουθούμε είναι το εξής: Η πατρίδα είναι η κυρίαρχη ιδέα πάνω στην οποία οικοδομείται ο πολιτισμός και στηρίζεται η ζωή. Και όπως έλεγε ο Σωκράτης: “Μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερον εστίν η πατρίς”.
Πληροφορίες: tideon.org, reporter.gr, RealNews,
Ανδρέας Μουντζουρούλιας239 Posts
Φοιτητής Πολιτικών Επιστημών, Blogger
0 Comments