ΟΙ ΑΝΑΣΕΣ ΕΙΝΑΙ ΜΕΤΡΗΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΚΑΡΑΒΙ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΠΟΥ ΒΥΘΙΖΕΤΑΙ

Σε μια συρρικνωμένη οικονομία οποιαδήποτε διαρθρωτική μεταρρύθμιση έχει οικονομικό και κοινωνικό κόστος. Τα μεγέθη στην οικονομία είναι συγκοινωνούντα δοχεία τα οποία επικοινωνούν μεταξύ τους. Εάν υποφέρουν τα εισοδήματα των εργαζομένων, υποφέρει και το ασφαλιστικό σύστημα. Αυτό είναι φυσιολογικό να συμβαίνει.

Το παράλογο ήταν η πρακτική του παρελθόντος που ενώ η οικονομία ανθούσε, το ασφαλιστικό σύστημα υπέφερε. Υπό τις τρέχουσες συνθήκες που βιώνουμε στον Ιανουάριο του 2016 είναι αδύνατον να πάρουμε διαρθρωτικά μέτρα που να αντιμετωπίζουν ουσιαστικά το ασφαλιστικό πρόβλημα της χώρας και να μην έχουν κόστος. Είναι αδύνατον να λυθούν προβλήματα μακροχρόνια και διαρθρωτικά, χωρίς η λύση των προβλημάτων αυτών να συνεπάγεται οικονομικό και κοινωνικό κόστος.

Πολύ συνοπτικά, το μεγαλύτερο πρόβλημα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης σήμερα είναι ότι η κρίση προκάλεσε την συρρίκνωση σε μεγάλο βαθμό του ΑΕΠ της χώρας και την εκτόξευση της ανεργίας και της ανασφάλιστης εργασίας. Σε συνδυασμό με το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, όντως το σύστημα της χώρας μας σήμερα φαντάζει μη βιώσιμο. Κανένα ασφαλιστικό σύστημα δεν είναι βιώσιμο όταν καταβάλλεται πλέον το 17% του ΑΕΠ (κοντά 30 δις ευρώ) σε συντάξεις και κοινωνικές παροχές. Το σχέδιο που παρουσίασε η κυβέρνηση έχει κάποια θετικά σημεία όπως πχ τον υπολογισμό της σύνταξης από τον μέσο όρο των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου ή την πολυπόθητη ενοποίηση όλων των ταμείων ή την περαιτέρω μείωση των πρόωρων συντάξεων, τα οποία όμως δεν αρκούν. Η λύση που προωθείται σήμερα περιέχει και ένα εκρηκτικό κοινωνικά μείγμα με περικοπές, ιδίως των μελλοντικών συντάξεων και αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών, που καταβάλλονται σήμερα.

Έχει καταντήσει τελείως κουραστικό πια να επαναλαμβάνεται το ίδιο σκηνικό στην χώρα τα τελευταία 6 χρόνια. Είναι σαν κάποιοι να μην επιθυμούν να λυθούν τα προβλήματα μας και εμείς φυσικά να μην μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Αδυνατούμε διαρκώς να πούμε τα πράγματα με το όνομα τους. Με την προωθούμενη λύση δεν πρόκειται να λυθεί το ασφαλιστικό πρόβλημα, με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης. Το πρόβλημα θα τεθεί στην σωστή του βάση, θα αντιμετωπιστεί και θα λυθεί με δίκαιο τρόπο μόνο όταν η οικονομία θα αρχίσει να αναπτύσσεται, μειωθεί η ανεργία και βελτιωθεί σημαντικά το εισόδημα του οικονομικά ενεργού πληθυσμού που στηρίζει το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι εάν επιστρέψουμε στην εποχή της ανάπτυξης όντως θα λύσουμε αυτό το αιώνιο πρόβλημα και δεν θα το βάλουμε «κάτω από το χαλί» όπως κάναμε παλιότερα.

Ιδανικά, αυτό που χρειάζεται η ελληνική οικονομία, είναι η θέσπιση μιας ενιαίας εγγυημένης σύνταξης (όχι πολύ χαμηλής), για τους πάντες (ιδίως για τους αδύναμους) και η αναπόφευκτη στροφή στην ιδιωτική ασφάλιση για όσους επιθυμούν κάτι παραπάνω. Με την απαραίτητη αποκοπή της διασύνδεσης εισφορών – κοινωνικών παροχών για τους νέους εργαζόμενους και την δραστική μείωση των εισφορών που καταβάλουν οι ασφαλισμένοι (αλλά και των συντάξεων που θα λάβουν στο μέλλον). Τα επίπεδα των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης σήμερα δυναμιτίζουν την ανταγωνιστικότητα κυρίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών. Πρέπει να μειώσουμε δραστικά τις εισφορές έτσι ώστε να μην εμποδίζουν άλλο πια την οικονομική δραστηριότητα.

Για να καταγραφεί στο σύστημα η ανασφάλιστη εργασία και για να αρχίσει πραγματικά να μειώνεται η συστηματική και ευρεία εισφοροδιαφυγή. Έτσι ώστε, οι μισθωτοί, οι εργοδότες και οι αυτό-αποσχολούμενοι, οι οποίοι έχουν εξαντληθεί από το βάρος των φόρων και εισφορών, να ανακουφιστούν. Φυσικά, εάν μειώναμε τις ασφαλιστικές εισφορές σήμερα, στο βαθμό που θα έπρεπε να κάνουμε, χωρίς να αγγίζαμε τις συντάξεις, θα κατέρρεε το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και η χώρα. Με αποτέλεσμα το υφιστάμενο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης να παραμένει τροχοπέδη για την ανάκαμψη.

Η διαφορά της κυβέρνησης με τους δανειστές, ενώ έχουν λίγο έως πολύ συμφωνήσει με το ύφος της προωθούμενης μεταρρύθμισης, έγκειται στο ποιος θα πληρώσει το κόστος της και για τον λόγο αυτό δεν προχωράει η πολύ-πόθητη αξιολόγηση. Πάλι προκύπτει μπροστά μας το γνωστό πρόβλημα. Ότι σύμφωνα με τους εταίρους, τα νούμερα δεν βγαίνουν. Στο 3ο μνημόνιο που υπογράψαμε τον περασμένο Αύγουστο συμφωνήσαμε να μειώσουμε την δαπάνη του κράτους για την κοινωνική ασφάλιση κατά 1% του ΑΕΠ για το 2016 ήτοι κατά 2 δις ευρώ. Για κακή μας τύχη, κάθε μεταρρύθμιση συνδέεται με συγκεκριμένο ποσοτικό στόχο. Η κυβέρνηση λέει να πληρώσουν κυρίως οι εργαζόμενοι (ιδίως οι νέοι) και να μειωθούν οι μελλοντικές (ιδίως οι υψηλές) συντάξεις. Τα 2 δις ευρώ λέει θα προκύψουν από την αύξηση των εισφορών. Οι δανειστές λένε ότι τα επιπλέον 2 δις ευρώ δεν πρόκειται να συγκεντρωθούν από τις εισφορές και να πληρώσουν το κόστος οι σημερινές συντάξεις και να εξομαλυνθούν οι περικοπές στις μελλοντικές.

Ιδανικά, εάν καταφέρναμε να αναπτύξουμε την οικονομία και να δημιουργήσουμε νέες θέσεις εργασίας το πρόσθετο ποσό των 2 δις ευρώ θα το συλλέγαμε σχετικά εύκολα. Δυστυχώς όμως, όπως έχουν έρθει τα πράγματα, για να πάμε παρακάτω, προηγείται η αξιολόγηση του προγράμματος από τους εταίρους και άρα πρέπει να βρεθεί το ποσό. Το κακό είναι ότι μάλλον οι δανειστές έχουν δίκιο, το οποίο όμως δεν ακούγεται καθόλου κοινωνικά δίκαιο. Ο κίνδυνος είναι όχι μόνο να μην συγκεντρωθούν τα πρόσθετα 2 δις ευρώ.

Αλλά, η προωθούμενη λύση να διογκώσει περαιτέρω την εισφοροδιαφυγή ή την ανασφάλιστη εργασία αλλά κυρίως την ανεργία (εφόσον αυξάνεται σημαντικά το μη μισθολογικό κόστος εργασίας για τις επιχειρήσεις). Προς το παρόν αυτό που πρέπει να γίνει δυστυχώς είναι, να μειώσουμε τις υφιστάμενες συντάξεις έτσι ώστε να μην αυξηθούν οι ασφαλιστικές εισφορές, εφόσον δεν μπορούν να μειωθούν. Οι ανάσες είναι μετρημένες στο καράβι της χώρας που βυθίζεται και αυτοί που πρέπει να ανασάνουν πρώτα είναι οι σημερινοί εργαζόμενοι και επιχειρήσεις, να σώσουν τους εαυτούς τους και να καταφέρουν να σώσουν τους συνταξιούχους και την υπόλοιπη κοινωνία.

Leave a Comment

Login

Welcome! Login in to your account

Remember me Lost your password?

Lost Password