ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ – ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΝΑΖΙ
Έγινε πόλη – σύμβολο της ναζιστικής θηριωδίας. Στα μαρτυρικά Καλάβρυτα, στις 13 Δεκεμβρίου του 1943, συντελέστηκε ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας με περισσότερους από 700 νεκρούς – όλος ο ανδρικός πληθυσμός πλην 13 που επέζησαν από τα τραύματά τους κατά την εκτέλεση. Σπίτια λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν, 65 από τα συνολικά 70 της πόλης, εκατοντάδες μάτια γυναικών και παιδιών είδαν μία καταστροφή που έμελλε να μην ξεχάσουν ποτέ.
Στον δρόμο για τα Καλάβρυτα, οι Γερμανοί εκτέλεσαν 143 άνδρες, στα χωριά Ρωγοί, Κερπινή, Άνω και Κάτω Ζαχλωρού, καθώς και στη Μονή Μεγάλου Σπηλαίου.
Στον δρόμο για τα Καλάβρυτα, οι Γερμανοί εκτέλεσαν 143 άνδρες, στα χωριά Ρωγοί, Κερπινή, Άνω και Κάτω Ζαχλωρού, καθώς και στη Μονή Μεγάλου Σπηλαίου.
Η τύχη των Καλαβρύτων φαίνεται να προδιαγράφτηκε μετά την ήττα των Γερμανών από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ στη Μάχη της Κερπινής (20 Οκτωβρίου 1943), κατά την οποία σκοτώθηκαν δεκάδες Γερμανοί στρατιώτες και αιχμαλωτίστηκαν 78.
Τότε τέθηκε σε εφαρμογή από το γερμανικό στρατηγείο η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» («Unternehmen Kalavryta»), με αντικειμενικό στόχο την περικύκλωση των ανταρτών στην ορεινή περιοχή των Καλαβρύτων και την εξόντωσή τους. Την εκτέλεση της αποστολής ανέλαβαν μονάδες της 117ης Μεραρχίας Κυνηγών, που έδρευε στην Πελοπόννησο και είχε επικεφαλής τον υποστράτηγο Καρλ φον Λε Ζουίρ (1898-1954).
Ο υποστράτηγος Καρλ φον Λε Ζουίρ
Ο γερμανός στρατηγός με τις αριστοκρατικές ρίζες, έχοντας πληροφορηθεί την εκτέλεση των 78 γερμανών αιχμαλώτων από τους αντάρτες, διέταξε τους άνδρες του να μην διστάσουν να λάβουν τα πιο σκληρά αντίποινα εναντίον του άμαχου πληθυσμού της περιοχής. Ήταν, άλλωστε, πρακτική των αρχών κατοχής να εκτελούν για κάθε σκοτωμένο γερμανό στρατιωτικό πολλαπλάσιους έλληνες αμάχους.
Η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» ξεκίνησε στις 4 Δεκεμβρίου, όταν οι γερμανικές δυνάμεις άρχισαν να συρρέουν στην ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων από την Πάτρα, το Αίγιο, τον Πύργο και την Τρίπολη. Στο διάβα τους έκαιγαν χωριά και μοναστήρια (Μέγα Σπήλαιο και Αγία Λαύρα) και σκότωναν άοπλους πολίτες και μοναχούς.
Στις 9 Δεκεμβρίου έφθασαν στα Καλάβρυτα, δημιουργώντας ένα ασφυκτικό κλοιό γύρω από την πόλη. Καθησύχασαν τους κατοίκους, διαβεβαιώνοντας ότι στόχος τους ήταν αποκλειστικά η εξόντωση των ανταρτών και μάλιστα ζήτησαν από όσους την είχαν εγκαταλείψει να επιστρέψουν άφοβα πίσω στα Καλάβρυτα. Για να τους πείσουν ακόμη περισσότερο προχώρησαν στην πυρπόληση σπιτιών, που ανήκαν σε αντάρτες, και αναζήτησαν την τύχη των γερμανών τραυματιών της μάχης της Κερπινής.
Έξαφνα, όμως, το πρωί της Δευτέρας 13 Δεκεμβρίου συγκέντρωσαν όλο τον πληθυσμό στην κεντρική πλατεία και οδήγησαν τον άρρενα πληθυσμό άνω των 13 ετών σε μια επικλινή τοποθεσία, που ονομαζόταν «Ράχη του Καπή», ενώ τα γυναικόπαιδα τα κλείδωσαν στο σχολείο. Στη ράχη του Καπή εκτυλίχθηκε τις πρώτες μεταμεσημβρινές ώρες η τραγωδία, που οδήγησε σχεδόν όλο τον άρρενα πληθυσμό των Καλαβρύτων στο θάνατο. Με ριπές πολυβόλων οι Γερμανοί εκτέλεσαν τους συγκεντρωμένους, γύρω στους 800 ανθρώπους. Μόνο 13 Καλαβρυτινοί διασώθηκαν και αυτοί επειδή είχαν καλυφθεί από τα πτώματα των συμπολιτών τους και οι Γερμανοί τους θεώρησαν νεκρούς. Το σήμα για την εκτέλεση έδωσε με φωτοβολίδα από το κέντρο των Καλαβρύτων ο ταγματάρχης Χανς Εμπερσμπέργκερ και επικεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος ήταν ο υπολοχαγός Βίλιμπαντ Ακαμπχούμπερ.
Το έγκλημα ολοκληρώθηκε με την πυρπόληση όλων σχεδόν των σπιτιών των Καλαβρύτων. Όσον αφορά την τύχη των γυναικόπαιδων, αυτά σώθηκαν χάρη στον ανθρωπισμό ενός Αυστριακού στρατιώτη, στον οποίο είχε ανατεθεί η φύλαξή τους. Αυτός άφησε ελεύθερη την είσοδο του σχολείου και διευκόλυνε την απομάκρυνσή τους. Όμως, το πλήρωσε με τη ζωή του, αφού καταδικάσθηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε. Συνολικά, κατά τη διάρκεια της «Επιχείρησης Καλάβρυτα», οι Γερμανοί σκότωσαν 1.101 άτομα, κατέστρεψαν και λεηλάτησαν πάνω από 1.000 σπίτια, κατάσχεσαν 2.000 αιγοπρόβατα και απέσπασαν 260.000.000 δραχμές.
Το σύνθημα της εκτέλεσης δόθηκε με φωτοβολίδες από το ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος».
Μάνες, αδελφές, σύζυγοι και κόρες, ζούσαν τις δικές τους στιγμές τρόμου, καθώς έβλεπαν τις φλόγες να ζώνουν το σχολείο. Κατάφεραν να ξεφύγουν, σπάζοντας πόρτες και παράθυρα. Η Κρίνα Τσαβαλά, μία ηλικιωμένη γυναίκα, ποδοπατήθηκε από το πανικόβλητο πλήθος.
Ακολούθησαν τραγικές σκηνές, με τις γυναίκες να ανακαλύπτουν το μέγεθος της θηριωδίας που είχε συντελεστεί, και να προσπαθούν να ανοίξουν τάφους για να θάψουν τους νεκρούς τους. Σύμφωνα με τους επιζήσαντες, δυο ημέρες κράτησαν οι ταφές.
Κατηγορούµενοι, είναι ο στρατηγός Neubacher, στρατιωτικός διοικητής Πατρών, ο σύνδεσµος µε τους Ες Ες λοχαγός Grohman, ο λοχαγός Dannhausen, ο ταγµατάρχης Ehrenberger, ο συνταγµατάρχης Wolfinger, οι ανθυπολοχαγοί Jacobs Pless και Franke, ο αγνώστου βαθµού Lang και το πολιτικό προσωπικό της διοίκησης Πατρών αποτελούµενο από τους Bock, Koch, Borsdorf, Dohnert, Bruan και Muller.
Κανείς από τους υπευθύνους του Ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων δεν λογοδότησε στη Δικαιοσύνη. Ο στρατηγός Λε Ζουίρ πέθανε αιχμάλωτος των Σοβιετικών το 1954, ο Εμπερσμπέργκερ σκοτώθηκε στο Ανατολικό Μέτωπο και ο Ακαμπχούμπερ πέθανε στην Αυστρία το 1972, σε ηλικία 67 ετών. Μόνο ο κατοχικός στρατιωτικός διοικητής της Ελλάδας, στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι (1885-1965), καταδικάσθηκε το 1948 σε κάθειρξη 15 ετών από το Δικαστήριο της Νυρεμβέργης για όλα τα εγκλήματα πολέμου του Γ’ Ράιχ στην Ελλάδα, αλλά μετά από τρία χρόνια αφέθηκε ελεύθερος. Στις 18 Απριλίου του 2000, ο τότε Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Γιοχάνες Ράου (1931-2006), επισκέφτηκε τα Καλάβρυτα και εξέφρασε τη βαθιά θλίψη του για την τραγωδία. Εντούτοις, δεν ανέλαβε την ευθύνη εξ ονόματος του γερμανικού κράτους και δεν αναφέρθηκε στο ζήτημα των αποζημιώσεων.
«Άρχισε και έβρεχε. Πέσαμε κάτω και εγώ σχεδόν έπεσα από τους τελευταίους. Μαζί και δύο αδερφοί που είχα. Ήταν πιο κει. Οι Γερμανοί βάζαν τις ριπές και κάθε ριπή έκανε 10 δευτερόλεπτα αλλά εμένα μου φαινόταν σαν να πέρναγαν δέκα χρόνια. Μας έβαλαν τρεις ριπές, σε τρεις τοποθεσίες κυκλικά. Σταμάταγε το ένα, άρχιζε το άλλο. Μετά έρχονταν κοντά μας και μας πυροβολούσαν. Μπαμ, μπαμ, τον ένα, τον άλλο. Εγώ δεν είχα πάθει τίποτα. Μετά ήρθαν και κοντά μας. Ένας 30αρης με κοιτάει και μου λέει “Αργύρη ήρθε η σειρά μας”. Κάτι μου ψιθύρισε αλλά δεν κατάλαβα τι είπε.
Ο Γερμανός ήρθε να μου δώσει την χαριστική βολή αλλά είχα το χέρι στο κούτελο μου. Με πυροβόλησε και με πήρε ξυστά στο φρύδι και στο χέρι και αιμορράγησα. Έκανα ότι είμαι νεκρός. Μετά από δύο τρία λεπτά ήρθε ένας άλλος, με έπιασε από το σβέρκο και με κάρφωσε στο κεφάλι. Είχα μεγάλη πληγή και πόνεσα πολύ, άρχισα και κουνιόμουν. Με σημάδευε και άλλος. Λέω δεν κάνω τον ψόφιο; Έπεσα κάτω και δεν ξανακουνήθηκα».
Αργύρης Φερλερής επιζών εκτελεστικού αποσπάσματος
Ο απολογισμός τραγικός. 441 εκτελεσθέντες άντρες κάθε ηλικίας. Από τη σφαγή κατάφεραν να επιζήσουν μόνο 13 , που έγιναν οι τραγικοί μάρτυρες της μεγάλης σφαγής.
Πληροφορίες: sansimera.gr, tovima.gr
Ανδρέας Μουντζουρούλιας239 Posts
Φοιτητής Πολιτικών Επιστημών, Blogger
0 Comments